Γ. Ιακωβίδης – Ο ζωγράφος των παιδιών
Της Αφροδίτης Κούρια
Ιστορικού της Τέχνης
Ο Γεώργιος Ιακωβίδης, ο κατ’ εξοχήν “ζωγράφος παιδιών” ανάμεσα στους νεοέλληνες καλλιτέχνες, έδωσε με τις εικόνες της παιδικής ηλικίας που φιλοτέχνησε, μέσα στην παράδοση κυρίως της γερμανικής ζωγραφικής παιδικών σκηνών (Kindermalerei), μερικά από τα καλύτερα έργα του. Τα ξανθόμαλλα, αφράτα γερμανόπουλα του Ιακωβίδη πρωταγωνιστούν σε στιγμιότυπα της οικιακής καθημερινότητας και της οικογενειακής ζωής, συχνά σε ένα κλίμα ειδυλλιακής γραφικότητας, ενώ κάποτε επικρατεί ένας πιο ρεαλιστικός τόνος που προσδίδει στο έργο μια άλλη εκφραστική δυναμική. Μ’ αυτούς τους πίνακες ο καλλιτέχνης μεταφέρει ερεθίσματα της χώρας όπου ζει και μ’ αυτούς απευθύνεται στο κοινό του, το αστικό κοινό του Μονάχου όπου έχει καταξιωθεί ως παιδογράφος. Τέτοια έργα κερδίζουν εγκωμιαστικές κριτικές και πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ο ζωγράφος επανειλημμένα δουλεύει το ίδιο θέμα σε παραλλαγές.
Η αφηγηματική, ανεκδοτολογική γλώσσα της ηθογραφικής ζωγραφικής συνδυάζεται με την έγνοια να αποδοθεί πλαστικά η πραγματικότητα του παιδιού στη φυσική του διάπλαση και παρουσία, και κάποτε με μια βούληση ψυχολογικής διείσδυσης στην παιδική ηλικία, σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά πρότυπα της εποχής. Στιγμιότυπα και καταστάσεις φωτίζουν την παιδική ιδιοσυγκρασία στις ποικίλες αποχρώσεις της. Οι ενήλικες, όταν εικονίζονται, συμπράττουν συνήθως στο χαρακτηρισμό των παιδικών μορφών. Η επίμονη παρουσία της γιαγιάς και του παππού σε αντίστιξη με τα πολύ μικρά παιδιά, το αντιθετικό σχήμα των γηρατειών και της παιδικότητας – με το οποίο εξαίρονται οι αντίστοιχες ιδιαιτερότητες – εγγράφεται σε αυτά τα συμφραζόμενα. Οι “συρράξεις των μωρών, των παππούδων και των γιαγιάδων” (Ζαχαρίας Παπαντωνίου) στη ζωγραφική του Ιακωβίδη προσφέρουν μια δραστική εκδοχή αυτής της σχέσης, με κάποιες ρεαλιστικές αναζητήσεις, πέρα από την ιδεαλιστική όραση της ακαδημαϊκής τέχνης.
Τα πρόσωπα και τα αντικείμενα είναι δουλεμένα με ένα επιμελημένο, σφριγηλό σχέδιο που διαγράφει με σαφήνεια τους όγκους και τα σχήματα, σε συνδυασμό με ένα περιγραφικό χρώμα. Τος φως είναι καίριος παράγοντας στο πλάσιμο των μορφών, στην ανάδειξη της κρουστής παιδικής σάρκας, όσο και στη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας που υπηρετεί το σημασιολογικό περιεχόμενο της σκηνής. Καθοριστικός είναι ο ρόλος των λεπτομερειών, ενώ έμφαση δύνεται στην ομιλητική έκφραση, χειρονομία ή στάση. Η ρητορική των εκφράσεων και των χειρονομιών γίνεται ένας κώδικας επικοινωνίας με το θεατή – αποδέκτη του πίνακα. Αυτό εύλογα παρατηρείται και σε κάποιους πίνακες με συγκινησιακά φορτισμένο ή θλιβερό θέμα (μικροί βιοπαλαιστές), θέμα που ο Ιακωβίδης πραγματεύεται ανώδυνα, χωρίς ρεαλιστική οξύτητα. (Χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ η “Προσφυγοπούλα”). Τέτοια έργα υπακούουν σε μια διάχυτη συναισθηματική τάση της νατουραλιστικής ζωγραφικής στην Ευρώπη.
(Η Καθημερινή – Επτά ημέρες, Αφιέρωμα: Γεώργιος Ιακωβίδης, Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2000, σελ. 15 & 17)